Η συγκέντρωση του πληθυσμού στη Ελλάδα (1951/2021)

Η συγκέντρωση του πληθυσμού στη Ελλάδα (1951/2021)*

23-04-2024

Βασίλης Παππάς, Βύρων Κοτζαμάνης

Ο πληθυσμός της Ελλάδας είναι σήμερα εξαιρετικά άνισα κατανεμημένος και η κατανομή του διαφέρει σημαντικά ανάμεσα στο 1951 και το 2021 (Χάρτες 1  και 2). Ειδικότερα, στην απογραφή του 2021 ένας στους δύο κάτοικους της χώρας μας διέμενε σε 75 από τις 6.138 Δημοτικές-Τοπικές Κοινότητες με πληθυσμό μεγαλύτερο των 30 χιλ. και σε μια επιφάνεια που κάλυπτε μόλις το 1,8% του συνόλου, ενώ οι 6 στους 10 σε 199 Δημοτικές – Τοπικές Κοινότητες με. που κάλυπταν μόλις το 5,6% της επικράτειας. Το 1951, η κατανομή ήταν σαφώς διαφοροποιημένη, καθώς το 50% κατοικούσε σε 325 από τους 5.975 Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ενώ το 60 % σε 695 ΟΤΑ με πληθυσμό > 1600 ατόμων (13,4 και 25,1 % αντίστοιχα της συνολικής επιφάνειας της χώρας μας).

Χάρτης 1. Πραγματικός πληθυσμός των ΟΤΑ στην απογραφή του 1951

 

Χάρτης 2. Μόνιμος πληθυσμός Δημοτικών Κοινοτήτων (πρώην ΟΤΑ) στην απογραφή του 2021

 

Οι προαναφερθείσες αλλαγές είναι αποτέλεσμα του διαφοροποιημένου στη μεταπολεμική περίοδο χωρικά παιγνίου των τεσσάρων βασικών δημογραφικών συνιστωσών (θνησιμότητας, γονιμότητας, εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης). Οι δύο τελευταίες από αυτές έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Η εξωτερική μετανάστευση της πρώτης μεταπολεμικής 25ετίας ήταν εξαιρετικά επιλεκτική (υψηλή συμμετοχή της Βόρειας Ελλάδας), ενώ ένα μεγάλο τμήμα των παλιννοστούντων μετά το 1973 δεν επέστρεψε στον τόπο καταγωγής του. Η μαζική εισροή μεταναστών μετά το 1990 – εισροή  που ανακόπηκε στα τέλη της δεκαετίας του 2000- ενίσχυσε την υφιστάμενη υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία τους εγκαταστάθηκε εκατέρωθεν του άξονα Πάτρα-Κόρινθος-Αττική/Βοιωτία-Λάρισα-Θεσσαλονίκη ενώ η μετά το 2011 μαζική φυγή νέων δεν έθιξε εξίσου όλες τις περιοχές (Δωδεκάνησα, Κυκλάδες και Κρήτη είχαν μικρή σχετικά συμμετοχή). Πολύ σημαντικό ρόλο στη συγκέντρωση του πληθυσμού έπαιξε φυσικά και η εσωτερική μετανάστευση οδηγώντας στην εγκατάλειψη ενός μεγάλου τμήματος της υπαίθρου. Η κινητικότητα αυτή, ιδιαίτερα έντονη τις πρώτες πέντε μεταπολεμικές δεκαετίες, χαρακτηρίζεται από μετακινήσεις από ορεινές-ημιορεινές περιοχές σε πεδινές και από αγροτικές σε αστικές, ως και από τα μικρότερα αστικά κέντρα σε μεγαλύτερα. Μετά το 1990, προοδευτικά, η έλξη της Πρωτεύουσας -και στη συνέχεια αυτή της Θεσσαλονίκης- ατονούν και ενισχύεται αυτή των μεγάλων περιφερειακών αστικών κέντρων. Στη συνέχεια, μετά την ανάδυση της οικονομικής κρίσης η φορά των μετακινήσεων αλλάζει, καθώς κάποιοι υποχρεωθήκαν να εγκαταλείψουν τα μεγάλα αστικά κέντρα-ιδίως δε τα δύο μεγαλύτερα από αυτά-,  και να εγκατασταθούν στην ηπειρωτική ενδοχώρα. Ωστόσο, ακόμη και αν οι πρόσφατες αυτές τάσεις ενισχυθούν με κάποια μέτρα δεν πρόκειται να αλλάξουν τον πληθυσμιακό μας χάρτη τις επόμενες δεκαετίες.

*Η αναπαραγωγή του συνόλου ή τμήματος του άρθρου αυτού απαγορεύεται χωρίς αναφορά στους συγγραφείς και τον δικτυακό τόπο ανάρτησής του.